Somewhere between blaxploitation and black nationalism I remembered my roots.

Όταν έφυα που την κύπρο κάποια χρόνια πριν ένιωσα κάτι σαν λύτρωση μέσα μου. Είχα τόσα πολλά πράματα που ήθελα να αποφύγω, τόσα πολλά που τα οποία ήθελα να κρυφτώ, που το φευγιό μου αποδείχθηκε σωτήριο. Ποτέ όμως εν εσταμάτησα να σκέφτουμαι πώς εννα είναι να γυρίσω πίσω. Εν τζίνη την ντροπιαστική στιγμή της αναγνώρισης που φοούμαι. Να με θυμηθούν, να με καταλάβουν... Εν έχω στ'αλήθκεια ανάγκη να συναντήσω κανέναν που το παρελθόν. Έβλεπα τις προάλλες φωτογραφίες κάποιων παλιών γνώριμων τζιαι ένιωσα τζίνο το σφύξιμο πάλε μέσα μου. Κάποιους αναγνώρισα τους με δυσκολία (ίνταλλος αλλάσει το πλάσμα...), τζίνοι εννα με καταλάβουν άμα με δουν; Εν είμαι σίουρη αν θέλω να μάθω. Ακόμα τζιαι τες λίες μέρες που εμπορούσε να εκατέβαινα κύπρο για να δω την οικογένεια, εφοούμουν πάλε, έτρεμα στην ιδέα να πέσω μούρη με μούρη με κανένα παλιό γνωστό. Μια φορά έπαθα την θυμούμαι. Ήμουν μες το δοκιμαστήριο ενός καταστήματος τζιαι άκουσα που έξω μια φωνή που ήξερα καλά. Έπιασε με αμέσως η ταχυπαλμία τζιαι εκοπήκαν τα πόθκια μου. Εν εγίνετουν να φκω τζιαι να με δει. Περιττό να πω ότι έμεινα μέσα ώσπου να σιουρευτώ ότι η περιοχή εν ασφαλής.

Εννα ξανάρτω κάποτε όμως, ξέρω το, τζιαι εν θα φοούμαι κανέναν τζιαι τίποτε.
Όυτε εσένα, ακούεις;

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου